ζέρσεϊ (το) [ακλ.] λεπτό ελαστικό ύφασμα: μεταξωτό / λεπτό / ποδηλατικό
[ΕΤΥΜ.: αγγλ. Jersey, όνομα Βρετανικού νησιού, όπου κατασκευάστηκε για πρώτη φορά αυτό το είδος υφάσματος.]

Σελίδα 2 από 4